- ὀρθόπολις
- ὀρθόπολιςupholding the citymasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ορθόπολις — ὀρθόπολις, ὁ, ἡ (Α) αυτός που ανορθώνει και διασώζει τις πόλεις με τη δικαιοσύνη του, αυτός που διοικεί ορθά και δίκαια την πόλη … Dictionary of Greek
Ὀρθόπολις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀρθοπόλιδι — Ὀρθόπολις fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀρθόπολιν — Ὀρθόπολις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθόπολιν — ὀρθόπολις upholding the city masc/fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Orthopolis — (griechisch Ὀρθόπολις) ist ein Begriff aus der griechischen Antike und bedeutet die rechte Stadt oder der gerechte Staat. Es gab sowohl eine Stadt als auch eine mythische Gestalt, die so genannt wurden: Orthopolis, eine Stadt in Makedonien.… … Deutsch Wikipedia
Orthopolis (Sohn des Plemnaios) — Orthopolis (griechisch Ὀρθόπολις), der Sohn des Plemnaios, war in der griechischen Mythologie ein König von Sikyon. Da alle Kinder des Plemnaios kurz nach der Geburt starben, kam Demeter in der Gestalt einer Frau nach Sikyon und zog… … Deutsch Wikipedia
ορθ(ο)- — (I) (ΑΜ ορθ[ο] ) α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. ορθός και προσδίδει στο β συνθετικό τη σημ. τού όρθιου, τού ίσιου, τού ευθέος, τού κάθετου (πρβλ. ορθο κέρατος, ορθο τενής, ορθό τριχος, ορθο χαίτης) ή … Dictionary of Greek
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek